Ο Νίκος Ψαράς, σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Happy Day», αναφέρεται στην ντροπαλή του φύση και στις προκλήσεις της καριέρας του, που τον κράτησαν μακριά από τους γονείς του.
Εκφράζει τη λύπη του για το ότι δεν είχε την ευκαιρία να τους απολαύσει όσο θα ήθελε, καθώς η επαγγελματική του ζωή απαιτούσε πολλές ώρες εργασίας.
Παράλληλα, μιλά για τη σχέση του με τη σύζυγό του, την οποία θεωρεί πολύτιμη και εύκολη, και αποκαλύπτει την ευαισθησία του προς τους ηλικιωμένους και την επιθυμία του να τους προσφέρει ασφάλεια.
Διαβάστε παρακάτω
Για τη φύση του, την οποία χαρακτηρίζει ντροπαλή, τη σχέση με τη σύζυγό του αλλά και τους γονείς του που έχουν φύγει από τη ζωή μίλησε ο Νίκος Ψαρράς στην εκπομπή «Happy Day» και στη δημοσιογράφο Όλγα Λαφαζάνη.
«Η φύση μου είναι ενός πολύ ντροπαλού ανθρώπου, ο οποίος έχει κάνει πάρα πολλή δουλειά για να μπορεί να μιλάει έτσι άνετα τώρα, να πάει σε εκπομπές, να βγαίνει στο θέατρο. Για να καλυφθεί αυτό, μιλάω πολύ. Και δυστυχώς όταν μιλάμε πολύ, μπορείς να κάνεις γκάφες, κι εγώ είμαι στους φίλους και στις παρέες μου, γνωστός γκαφατζής…
Για πολύ καιρό η γυναίκα μου γέλαγε γιατί συναντιόμουν με κάποιον έξω και καθόμουν και μίλαγα, και πήγαινα πίσω μετά και με ρώταγε η γυναίκα μου αν κατάλαβα με ποιόν μίλαγα, της έλεγα όχι και μου απάνταγε, “και τι έλεγες τόση ώρα;”. Ποτέ δε με ένοιαζε τι θα πει ο κόσμος. Ούτε τώρα με νοιάζει. Όχι ότι δε θα στεναχωρηθώ αν ακούσω κάτι αρνητικό αλλά έχω πιο σημαντικά πράγματα να κάνω στη ζωή μου και πιο ουσιώδη από το να ασχολούμαι με το τι λένε οι άλλοι» παραδέχτηκε αρχικά ο Νίκος Ψαρράς.
Σχετικά με τη γυναίκα του, με την οποία μετρούν αρκετά χρόνια κοινής πορείας, ο Νίκος Ψαρράς ανέφερε, «Με τη γυναίκα μου γίνανε τα πράγματα όμορφα, εύκολα. Είμαστε μαζί πολλά χρόνια τώρα. Είναι ωραίο να συμπορεύεσαι με τον ίδιο άνθρωπο για χρόνια. Είναι φυσιολογικό…».
Τέλος, ο Νίκος Ψαρράς εξομολογήθηκε, «Είμαι ευσυγκίνητος. Με συγκινούν οι ηλικιωμένοι άνθρωποι όταν είναι ανήμποροι. Μου αρέσει να τους βοηθάω και να νιώθουν κι αυτοί μια ασφάλεια. Τους γονείς μου προσπαθούσα να τους βοηθάω. Το παίρνω πολύ βαριά το ότι λόγω δουλειάς ήμουν μακριά τους, η μητέρα μου ήταν εδώ τους τελευταίους μήνες της ζωής της. Έφυγε τον Νοέμβρη. Δεν τους χάρηκα όσο θα ήθελα, δε πήγαινα στο χωριό να τους δω όσο θα ήθελα, γιατί πάντα ήμουν σε 2-3 δουλειές ταυτοχρόνως».