Η παχυσαρκία αναγνωρίζεται ως μια «μνημειώδης κοινωνική αποτυχία» που απειλεί τα παγκόσμια συστήματα υγείας, με προβλέψεις ότι μέχρι το 2050 θα επηρεάζει πάνω από το 50% των ενηλίκων και σχεδόν το 33% των παιδιών. Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στο The Lancet, οι παχύσαρκοι ανέρχονται σήμερα σε 2,1 δισεκατομμύρια ενήλικες και 493 εκατομμύρια παιδιά, με τα ποσοστά να έχουν υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία 30 χρόνια.
Οι ερευνητές καλούν τις κυβερνήσεις να βελτιώσουν την πρόσβαση σε υγιεινά τρόφιμα, καθώς οι χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος πλήττονται ιδιαίτερα. Η κατάσταση αυτή συνιστά μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις δημόσιας υγείας, με μόνο το 7% των χωρών να διαθέτει συστήματα υγείας ικανά να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα.
Διαβάστε αναλυτικά παρακάτω:

Το ποσοστό των υπέρβαρων και παχύσαρκων ανθρώπων αυξάνεται εκτός ελέγχου λόγω μιας «μνημειώδους κοινωνικής αποτυχίας» στην αντιμετώπιση του προβλήματος, το οποίο μέχρι το 2050 θα αφορά περισσότερους από τους μισούς ενήλικες και σχεδόν το ένα τρίτο των παιδιών.
Αυτό σημαίνει ότι περισσότεροι από 4,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα έχουν βάρος που τους προδιαθέτει για καρδιαγγειακά νοσήματα, διαβήτη και ορισμένες μορφές καρκίνου, προειδοποιεί μελέτη που δημοσιεύεται στο The Lancet.
«Η άνευ προηγουμένου παγκόσμια ‘επιδημία’ παχυσαρκίας είναι μια μεγάλη τραγωδία και μια μνημειώδης κοινωνική αποτυχία» δήλωσε η Εμμανουέλα Γακίδου του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, επικεφαλής της μελέτης.
Η ομάδα της κ. Γακίδου χρησιμοποίησε δεδομένα από 204 χώρες για να υπολογίσει τα ποσοστά των υπέρβαρων και παχύσαρκων στον γενικό πληθυσμό και να προχωρήσει σε υποθέσεις για το τι μπορεί να συμβεί στο μέλλον χωρίς τη λήψη μέτρων.
Τα ποσοστά των υπέρβαρων και παχύσαρκων υπερδιπλασιάστηκαν τα τελευταία 30 χρόνια και αφορούν πλέον 2,1 δισεκατομμύρια ενήλικες και 493 εκατ. παιδιά και νέους έως 24 ετών, διαπιστώνει η μελέτη.
Οι ερευνητές αναγνωρίζουν ότι τα αίτια της παχυσαρκίας είναι σύνθετα και ότι η αντιμετώπισή της είναι δύσκολη υπόθεση. Καλούν ωστόσο τις κυβερνήσεις να αναγνωρίσουν τις ομάδες υψηλού κινδύνου και να βελτιώσουν την πρόσβαση σε υγιεινά τρόφιμα.
Παχύσαρκοι φτωχοί
Η μελέτη, την οποία χρηματοδότησε το Ίδρυμα Γκέιτς, πάσχει από ορισμένους περιορισμούς, όπως το γεγονός ότι βασίστηκε στον δείκτη μάζας σώματος (το βάρος σε κιλά διά το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα), ο οποίος θεωρείται ατελής δείκτης της παχυσαρκίας, δεδομένου ότι δεν λαμβάνει υπόψη το ποσοστό του σωματικού λίπους).
Ακόμα, η μελέτη δεν εξέτασε το ρόλο της νέας γενιάς φαρμάκων για την παχυσαρκία, τους λεγόμενους αγωνιστές GLP-1, για τους οποίους υπάρχει μεγάλη ζήτηση στις πλουσιότερες χώρες.
Η εικόνα διαφέρει από χώρα σε χώρα, ωστόσο οι ερευνητές τονίζουν ότι η απότομη αύξηση της παχυσαρκίας σε χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος απειλεί τα συστήματα υγείας. Καθώς ο πληθυσμός της υποσαχάριας Αφρικής αυξάνεται, για παράδειγμα, το ποσοστό των υπέρβαρων και των παχύσαρκων θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 250% ως τα μέσα του αιώνα.
Το ζήτημα της αντιμετώπισης της παχυσαρκίας στις φτωχότερες περιοχές μιας χώρας εξετάζει μια δεύτερη μελέτη που παρουσιάστηκε σχεδόν ταυτόχρονα, ο Παγκόσμιος Άτλαντας Παχυσαρκίας της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας κατά της Παχυσαρκίας.
«Οι περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο είναι οι αναπτυσσόμενες χώρες» δήλωσε ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Σάιμον Μπαρκέρα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Άτλαντα, το 79% των ενηλίκων και το 88% των παιδιών με βάρος άνω του κανονικού θα ζουν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος το 2035.
Και από όλες τις χώρες του κόσμου, μόνο το 7% διαθέτει συστήματα υγείας που μπορούν να αντέξουν το βάρος του προβλήματος.
Όπως είπε ο Μπερκέρα, «είναι πραγματικά μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις δημόσιας υγείας σε όλο τον κόσμο».
Πηγή: In.gr